ΚΑΡΙΖΩΝΗ ΚΑΤΕΡΙΝΑ
H Kατερίνα Kαριζώνη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου φοίτησε στη Γερμανική Σχολή. Σπούδασε οικονομικά και είναι διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Εργάστηκε επί δεκαπέντε χρόνια στην Εθνική Τράπεζα. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιητικά βιβλία, ιστορικά λευκώματα και βιβλία για παιδιά. Μυθιστορήματα: Ο άγγελός μου ήταν έκπτωτος (1997), Βαλς στην ομίχλη (2001), Τσάι με τον Καβάφη (2004), Mεγάλο Aλγέρι (2006) και Ο χάρτης των ονείρων (2011). Διηγήματα: Ο Μονόφθαλμος και άλλες πειρατικές ιστορίες (2009). Ποίηση: Πρωτοβρόχια (1969), Διαστάσεις (1972), Πινόκιο (1975), Αναπάντεχο καλοκαίρι (1978), Τσάι και μυθολογία (1985), Πανσέληνος στην οδό Φράγκων (1990), Τα παγώνια της Μονής Βλατάδων (1992), Ο ράφτης Ραντοσλάβ από το 1470 (2001), Το θηλυκό πρόσωπο της ποίησης στη Θεσσαλονίκη (ανθολογία, 2006), Ρεσάλτο (2009). Ιστορικά λευκώματα (συμμετοχή): Θεσσαλονίκη και Εθνική Τράπεζα (1989) και Πειρατεία στη Μάνη και στη Μεσόγειο (2010). Βιβλία για παιδιά: Χίλιες και μία νύχτες των Βαλκανίων (1989), Ο Σαίξπηρ σε 7 2 παραμύθια (1990), Η δίκη των παραμυθιών (1992), Το ταξίδι του αυτοκράτορα με το χαμένο πρόσωπο (1993), Παραμύθια από τις όπερες (1997), Το ταξίδι των παραμυθιών (1998), Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα ξέφωτο του δάσους (2005), Ο μαγικός αυλός (2005). Συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά δημοσιεύοντας κριτικά σημειώματα, δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα. Το 1991 τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για το βιβλίο της Χίλιες και μία νύχτες των Βαλκανίων. Το 2009 απέσπασε το βραβείο του περιοδικού Αυλαία για το σύνολο του έργου της. Κείμενα και ποιήματά της μεταφράστηκαν στις βαλκανικές γλώσσες, στα γερμανικά, τα αγγλικά και τα πολωνικά. Ποιήματά της μελοποιήθηκαν από τον Μιχάλη Γρηγορίου και ερμηνεύτηκαν από τη Σαββίνα Γιαννάτου. Είναι μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Μπλογκ: karizoni.blogspot.com
Tο πιο πρόσφατο βιβλίο
ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΕΡΩΤΑΣ
Κάποτε παντρεύτηκα τον Χάιντ μα εραστής μου ήταν ο δόκτωρ Τζέκυλ γυναικολόγος που είχε το ιατρείο του στην πόλη μας. Συχνά ξερίζωνε την καρδιά μου δίχως λύπη και παίζανε μπιλιάρδο με τον Χάιντ αυτός τον άφηνε από φόβο να κερδίζει. Έμοιαζαν απίστευτα σα δυο σταγόνες γι’ αυτό δεν φώναζα ποτέ τα ονόματά τους μη προδοθώ για τον παράνομο έρωτά μου, ωστόσο αναρωτιόμουνα συχνά ποιος απ΄ τους δυο επέστρεφε στο σπίτι έστρωνα το τραπέζι με τρία πιάτα κι έκρυβα στις τσέπες κοντόκανο πιστόλι εκείνοι ανάβανε τη λάμπα και διαβάζαν διαβάζανε ως το πρωί με τέσσερα μάτια και με τέσσερα χέρια γράφαν όλη νύχτα τα ξημερώματα γίνονταν πάλι ένας άνθρωπος και το παιχνίδι ξεκινούσε απ΄ την αρχή: δυο άντρες σ΄ ένα σώμα και μια τσακισμένη καρδιά παιζότανε στα σφαιριστήρια δίχως οίκτο.
Σύνδεση
Εάν είσαι ήδη εγγεγραμμένος χρήστης, παρακαλούμε συνδέσου εδώ.
Δεν έχεις λογαριασμό;